ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ : Γενικά τα οικονομικά της Τοπικής Αυτοδιοίκησης
κ. Περιφερειάρχη,
κ.κ. Αντιπεριφερειάρχες,
κ.κ. Συνάδελφοι,
Σήμερα, που η ελληνική κοινωνία βιώνει με επώδυνο τρόπο την οικονομική κρίση, την οποία καλούνται για μια ακόμα φορά να πληρώσουν τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, οι μισθωτοί, οι άνεργοι, η νεολαία, οι συνταξιούχοι, οι μετανάστες, με αποτέλεσμα να παραδίδονται βορά στη φτώχεια και την ανεργία, η Τοπική Αυτοδιοίκηση θα έπρεπε, ως ο κατ’ εξοχήν λαϊκός θεσμός, να σταθεί στο πλευρό όσων πλήττονται από τις άδικες και αντικοινωνικές συνέπειες του μνημονίου και της κυβερνητικής πολιτικής. Αντί γι’ αυτό, σήμερα η Τοπική Αυτοδιοίκηση καλείται να αναζητήσει τρόπους να επιβιώσει η ίδια, καθώς η κρίση χτυπάει και τη δική της πόρτα, απειλώντας αυτή καθεαυτή την ύπαρξή της.
Όσοι προεκλογικά χαρακτηρίσαμε τον «Καλλικράτη» ως «το μνημόνιο της Αυτοδιοίκησης», σήμερα επιβεβαιωνόμαστε πικρά, αφού αποδεικνύεται πλέον περίτρανα ότι βασικός, αν όχι μοναδικός του στόχος, ήταν οι δημοσιονομικές περικοπές και η συγκεντροποίηση της αυτοδιοικητικής λειτουργίας.
Υπενθυμίζουμε ότι η πολιτική του μηδενικού ελλείμματος των μορφωμάτων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αναφέρεται ρητά στο επικαιροποιημένο μνημόνιο, με βάση το οποίο επιβάλλεται η μείωση των πόρων κατά 500 εκατ. ευρώ το χρόνο για το διάστημα 2011-2013. Στο άρθρο 9 του επικαιροποιημένου μνημονίου οικονομικής και χρηματοπιστωτικής προσαρμογής η Κυβέρνηση δεσμεύεται να εφαρμόσει αυστηρά τις προβλέψεις του «Καλλικράτη» για στοχευμένο εξορθολογισμό προσωπικού, για περιορισμό του δανεισμού, για μείωση των μεταβιβάσεων και για έλεγχο των προϋπολογισμών των οργανισμών της τοπικής αυτοδιοίκησης, ώστε να συμμορφωθούν στη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική.
Πιο συγκεκριμένα :
Πρώτον, οι πόροι που διαχειρίζεται η Αυτοδιοίκηση είναι ελάχιστοι σε σχέση με τις αρμοδιότητές της και τις ανάγκες τις οποίες καλείται να καλύψει και βαίνουν διαρκώς μειούμενοι.
Στον αντίποδα όσων ισχυρίστηκε η Κυβέρνηση και όλοι οι θιασώτες του «Καλλικράτη», ο οποίος υποτίθεται ότι θα έφερνε την ελληνική τοπική αυτοδιοίκηση πιο κοντά στα ευρωπαϊκά πρότυπα της ουσιαστικής αποκέντρωσης και της πλήρους αυτοτέλειας των αυτοδιοικητικών οργανισμών, στην πραγματικότητα στην Ελλάδα οι ΟΤΑ διαχειρίζονται συνολικά μόλις το 3,3% του ΑΕΠ, τη στιγμή που ο μέσος όρος της Ε.Ε. είναι 11,5%. Για ποια λοιπόν ουσιαστική και ευρωπαϊκού τύπου αποκέντρωση αρμοδιοτήτων μπορούμε να μιλάμε σε μια αυτοδιοίκηση χωρίς πόρους;
Δεύτερον, οι πηγές από τις οποίες καλούνται να αντλήσουν πόρους οι Περιφέρειες είναι εξαιρετικά επισφαλείς και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι προϋπολογισμοί τόσο των Περιφερειών όσο και του Κράτος σε σχέση με το σκέλος που αφορά την Τ.Α. θα εκτελεστούν κανονικά.
Ενδεικτικά μόνο αναφέρουμε ότι βασική πηγή εσόδων αποτελεί το 2,4% του φόρου εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων και το 4,0% του ΦΠΑ, τα οποία αποδίδονται στις Περιφέρειες. Με δεδομένες τις οικονομικές συνθήκες στην περίοδο κρίσης που διανύουμε, είναι τουλάχιστον αφελής όποιος πιστεύει ότι από τις πηγές αυτές πρόκειται να εξασφαλιστούν έσοδα που να εξασφαλίζουν επαρκώς την ουσιαστική λειτουργία του θεσμού της Τ.Α.
Αντίθετα, η ομόφωνη απόφαση του συνέδριου της ΕΝΑΕ είχε ζητήσει την πραγματοποίηση μιας προοδευτικής φορολογικής μεταρρύθμισης, πρόταση όμως η οποία δεν εισακούστηκε.
Τρίτον, μέσω της δραστικής περικοπής της κρατικής επιχορήγησης και των Κ.Α.Π. και την προσπάθεια αναζήτησης πόρων μέσα από κάθε είδους φόρους, τέλη, εισφορές και είσπραξη δικαιωμάτων, επιχειρείται να φορτωθούν για άλλη μια φορά τα βάρη των Ο.Τ.Α. στους «συνήθεις υπόπτους», τους ήδη καθημαγμένους από τα οικονομικά μέτρα της κυβέρνησης πολίτες.
Τέταρτον, εκτός του ότι η διαχείριση των ΠΕΠ θα περάσει με καθυστέρηση στις αιρετές Περιφέρειες, ο προγραμματισμός των έργων που θα είναι ενταγμένα στο ΠΕΠ έχει ήδη γίνει από τις κρατικές Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και τα Υπουργεία, με αποτέλεσμα οι αιρετές Περιφέρειες να αναλάβουν απλώς τη διαχείριση και εκτέλεση των ΠΕΠ, χωρίς δυνατότητα να σχεδιάσουν ή να παρέμβουν στον καθορισμό των προτεραιοτήτων.
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ : Ο προϋπολογισμός της Περιφέρειας Θεσσαλίας
1. Ως προς τη διαδικασία κατάρτισης
Σήμερα λοιπόν, 15 Απριλίου, συζητάμε τον προϋπολογισμό της Περιφέρειας Θεσσαλίας, με τυπική καθυστέρηση, αφού θα έπρεπε να έχει εγκριθεί μέχρι το τέλος Μαρτίου. Κι όμως, η καθυστέρηση αυτή δεν αξιοποιήθηκε προκειμένου να γίνει διευρυμένη και σε βάθος μελέτη των στοιχείων και διαβούλευση. Αντίθετα, μόλις πριν λίγη ώρα έληξε η συνεδρίασή μας με θέμα την απογραφή των περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων των περιφερειακών ενοτήτων, ενώ η σχετική προθεσμία έληγε στο τέλος Φεβρουαρίου.
Η κατάρτιση δε του προϋπολογισμού έγινε χωρίς να έχει ακολουθηθεί η τυπική αλλά και ουσιαστική πολιτική διαδικασία της διαβούλευσης, όπως και η εγκύκλιος 3907/22-3-2011 στο άρθρο 3 αναφέρει : «Η εκτελεστική επιτροπή συγκεντρώνει και αξιολογεί τις προτάσεις των υπηρεσιών και της επιτροπής διαβούλευσης», η οποία όμως στην Περιφέρειά μας δεν έχει ακόμα συσταθεί.
Και παραπέρα, η κατάρτιση του προϋπολογισμού έγινε χωρίς να έχουμε συζητήσει πάνω στο όραμα που έχουμε για την περιφερειακή ανάπτυξη της Θεσσαλίας και χωρίς να έχουμε καταγράψει τις επίκαιρες ανάγκες της περιφέρειας και των κατοίκων της.
2. Ως προς τα γενικά χαρακτηριστικά του προϋπολογισμού
και της εισηγητικής του έκθεσης
Έτσι, ο προϋπολογισμός που φέρεται σήμερα προς ψήφιση ενώπιόν μας δεν προδιαθέτει για καμία θετική εξέλιξη από την εκτέλεσή του, αφού πρόκειται για έναν προϋπολογισμό που :
Πρώτον, φαίνεται απολύτως ταυτισμένος με το Υπουργείο και την Κυβέρνηση εν γένει, η οποία αποζητά δημοκρατική νομιμοποίηση και λαϊκό έρεισμα, «ρίχνοντας το μπαλάκι» της υλοποίησης των αντιδραστικών της πολιτικών στην αιρετή περιφερειακή αυτοδιοίκηση.
Δεύτερον, δεν παρέχει ασφαλή στοιχεία προς σύγκριση και εξαγωγή συμπερασμάτων, καθώς δεν έχει γίνει καμία ουσιαστική καταγραφή των αρμοδιοτήτων των πρώην Νομαρχιών που μεταφέρθηκαν στους Δήμους και εκείνων της κεντρικής Διοίκησης που μεταφέρθηκαν προς την περιφερειακή αυτοδιοίκηση, καθώς και των επιπτώσεων που είχε αυτή η διπλή μεταφορά αρμοδιοτήτων στα έσοδα και τις δαπάνες της αιρετής Περιφέρειας. Δεν μπορούμε λοιπόν να κάνουμε λόγο για αύξηση ή μείωση των δαπανών σε σχέση με το 2010, αφού η αιρετή Περιφέρεια είναι ένα τελείως διαφορετικό σχήμα (από πλευράς αρμοδιοτήτων) σε σχέση με τις 4 καταργηθείσες Νομαρχίες που αντικατέστησε.
Τρίτον, καταρτίστηκε χωρίς να έχει γίνει καμιά ουσιαστική εργασία να κοστολογηθούν οι αρμοδιότητες που έχει αναλάβει η περιφερειακή αυτοδιοίκηση παρόλο που αναφέρεται σαφώς στο άρθρο 270.
Τέταρτον, είναι πλήρως ενταγμένος στη λογική του μνημονίου. Και Πέμπτον, είναι τελείως άνευρος, δίχως προτεραιότητες, κενός πολιτικού σκεπτικού και αναπτυξιακής στόχευσης.
Κατά τη γνώμη μας, το εισηγητικό κείμενο που συνοδεύει τον προϋπολογισμό έχει χαρακτήρα τελείως ουδέτερο και διεκπεραιωτικό, χωρίς συγκεκριμένη πολιτική κατεύθυνση, ως έκφραση της πολιτικής βούλησης της πλειοψηφίας.
Ενδεικτικό μάλιστα του τρόπου και της νοοτροπίας με την οποία καταρτίστηκε ο προϋπολογισμός είναι το γεγονός ότι στην εισηγητική του έκθεση, οι βασικοί στόχοι που παρατίθενται ως προς την κατάρτισή του αποτελούν κατά λέξη αντιγραφή από κομμάτια του άρθρου 4 της εγκυκλίου που προαναφέραμε.
Όλα τα παραπάνω, επιβεβαιώνουν κατά τη γνώμη μας την κριτική που είχαμε ασκήσει ήδη προεκλογικά στον «Καλλικράτη», ως μια διαχειριστική συντηρητική μεταρρύθμιση που αδυνατίζει το θεσμό της αυτοδιοίκησης, με βασικό στόχο τις δημοσιονομικές περικοπές. Δυστυχώς, η περιφερειακή αρχή και παράταξή της αποδεικνύεται στην πράξη συναινούσα και συνεργός σ’ αυτή την πολιτική.
3. Ως προς τους πόρους
κ. Περιφερειάρχη,
κ.κ. Αντιπεριφερειάρχες,
κ.κ. Συνάδελφοι,
Ας περάσουμε τώρα να δούμε αναλυτικά κάποια από τα βασικά στοιχεία του προϋπολογισμού.
Ο προϋπολογισμός που μας παρουσιάζετε σήμερα προς ψήφιση αποτελεί δυστυχώς απτό παράδειγμα της υποχρηματοδότησης και του οικονομικού μαρασμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αφού είναι κατά 27,5% μειωμένος σε σχέση με τον οικονομικό απολογισμό του 2009.
Τα χρήματα που θα διαχειριστεί η περιφέρεια Θεσσαλίας μαζί φυσικά με την μισθοδοσία των υπαλλήλων και τις λειτουργικές της δαπάνες, είναι 134,9 εκατομμύρια ευρώ, δηλαδή 179 ευρώ ανά Θεσσαλό πολίτη. Αν εντάξουμε δε και τα 47,1 εκατομμύρια ευρώ από όλα τα πιστοποιημένα έργα του τεχνικού προγράμματος για το 2011 από την ΚΑΠ και την ΣΑΝΑ, θα δούμε ότι στην καλύτερη περίπτωση αντιστοιχούν 241 ευρώ σε κάθε Θεσσαλό πολίτη. Αν αφαιρέσουμε την μισθοδοσία των υπαλλήλων και τις λειτουργικές δαπάνες τότε το ποσό που αναλογεί σε κάθε Θεσσαλό πολίτη είναι μόλις 173 ευρώ. Με αυτά τα χρήματα θα γίνει η αναπτυξιακή και κοινωνική πολιτική στην περιφέρεια μας;
Επιπλέον, ο προϋπολογισμός αυτός συνεχίζει και εντείνει μια διαχρονικά παρατηρούμενη τάση αποσύνδεσης της λειτουργίας των ΟΤΑ από την κρατική χρηματοδότηση, είτε μέσω των περικοπών αυτής είτε μέσω της μη καταβολής των οφειλόμενων ποσών από το Κράτος προς τους ΟΤΑ. Λόγου χάρη, όπως προέκυψε και από το θέμα της απογραφής που επίσης συζητάμε σήμερα, περίπου το 76%, από τα 90.4 εκατομμύρια παθητικό που εμφανίζει η Περιφέρεια Θεσσαλίας, είναι υποχρεώσεις του κράτους προς τις πρώην Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις.
Έτσι, ο προϋπολογισμός που συζητάμε σήμερα – εκτός του ότι είναι σημαντικά μειωμένος σε σχέση με το 2010 – υπολείπεται σε χρηματοδότηση από τους κεντρικούς κρατικούς πόρους, με ελάχιστη εισροή από δημόσιες επενδύσεις, η οποία ισοσκελίζεται από τα ταμειακά υπόλοιπα, ενώ ο ούτως ή άλλως άδικος και αντικοινωνικός καταμερισμός των εσόδων εντείνεται, με την αύξηση της αναλογίας των εισροών από φόρους και τέλη και την αντίστοιχη μείωση της κρατικής χρηματοδότησης.
Εν μέσω λοιπόν οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, το βάρος της χρηματοδότησης της αιρετής Περιφέρειας μετακυλίεται και πάλι στους πολίτες. Αφού :
Τα έσοδα που προέρχονται από επιχορηγήσεις του κρατικού προϋπολογισμού αντιπροσωπεύουν μόλις το 10,3% των συνολικών εσόδων, ενώ τα έσοδα που προέρχονται από φόρους και τέλη, καταβάλλονται δηλαδή από τους πολίτες, αντιπροσωπεύουν το 57,5%.
Ειδικότερα τώρα σε σχέση με τους ΚΑΠ. Έχει κατά τη γνώμη μας ενδιαφέρον να μάθουμε με ποια διαδικασία και με ποια κριτήρια στους εγκεκριμένους προϋπολογισμούς από τους ΚΑΠ, έχουμε αύξηση στον προϋπολογισμό 22,3 εκατομμύρια ευρώ. Σταχυολογούμε :
Σε ποιο ολοκληρωμένο σχέδιο εντάσσονται για την τουριστική προβολή οι 100.000 ευρώ στην Καρδίτσα, οι 2000.000 ευρώ στην Λάρισα, οι 200.000 ευρώ στην Μαγνησία και οι 120.000 ευρώ στα Τρίκαλα; Με αυτόν τον τρόπο τον πελατειακό θα σχεδιαστεί η τουριστική προβολή της Θεσσαλίας;
Αντίστοιχα, για τις πολιτιστικές και αθλητικές εκδηλώσεις που δίνονται από 100.000 ευρώ στα Τρίκαλα και στην Μαγνησία, 250.000 ευρώ στην Λάρισα και 50.000 ευρώ στην Καρδίτσα.
Τα παραπάνω μας θυμίζουν την εποχή όπου μοιραζόντουσαν λεφτά σε όσους είχαν σχέση και πρόσβαση με την εξουσία.
Αυτό βέβαια γίνεται προφανές από την εισηγητική έκθεση, όπου σε αποθέωση της λαϊκίστικης ρητορείας αναφέρετε ως στόχους τόσο την «οικονομική ενοποίηση» όσο και την «διαχειριστική αυτοτέλεια» των περιφερειακών ενοτήτων, το αντίθετο δηλαδή από μια πολιτική που θα αναδεικνύει τις συνέργειες, την κοινή ταυτότητα και θα ενισχύει τη συνοχή ανατρέποντας τις ανισότητες.
Από την άλλη πλευρά, πώς μπορεί να μιλάμε για τη Θεσσαλία ως κυρίως αγροτική περιφέρεια και να λαμβάνει ποσοστό μόλις 15,6% του προϋπολογισμού των ΚΑΠ, όταν στον κωδικό «διάφορα» να υπάρχουν έργα με ποσοστό συμμετοχής 28,1%;
Αυτά, ενδεικτικά και σε συνδυασμό με πολλά άλλα παραδείγματα που αποφεύγουμε χάριν συντομίας να αναδείξουμε, αποτελούν συνέπειες μια διαχειριστικής – αν όχι πελατειακής – αντίληψης κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού και της παντελούς έλλειψης διαβούλευσης επί του προϋπολογισμού τόσο εντός του περιφερειακού συμβουλίου όσο και ευρύτερα στη θεσσαλική κοινωνία και αποδεικνύουν κατά τη γνώμη μας το πόσο αναγκαίος είναι ένας ευρύτερος και σε βάθος δημοκρατικός αναπτυξιακός σχεδιασμός για την περιοχή μας, ούτως ώστε τα ούτως ή άλλως πενιχρά μέσα που διατίθενται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση να μην σπαταλώνται στην καλύτερη περίπτωση τυχαία στη δε χειρότερη με γνώμονα την εξυπηρέτηση των συμφερόντων των εκάστοτε «ημετέρων».
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ : Η πρότασή μας
1. Για το συμμετοχικό προϋπολογισμό
Ως «ΘΕΣΣΑΛΙΑ της ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ και της ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ» ήδη προεκλογικά κάναμε λόγο για το συμμετοχικό προϋπολογισμό, ή τον προϋπολογισμό των πολιτών, ως μια διαδικασία άμεσης συμμετοχής όσο το δυνατόν περισσότερων κατοίκων στον καθορισμό των προτεραιοτήτων της τοπικής κοινωνίας σε σχέση με τα έργα και τις δράσεις που πρέπει να πραγματοποιήσει η αιρετή Περιφέρεια. Σε αυτό το καινοτόμο πείραμα που εφαρμόζεται σήμερα σε ένα διαρκώς αυξανόμενο αριθμό ευρωπαϊκών περιοχών θα συνεχίσουμε να πιστεύουμε και να ακολουθούμε τα βήματα που θα κάνουν πράξη το σύνθημα:
«Συμμετέχω, Συλλογίζομαι, Αποφασίζω»
Βασικό μέλημα είναι να επανακτήσουν οι πολιτικοί και οι αιρετοί άρχοντες εν γένει την εμπιστοσύνη των πολιτών, με τη δημιουργία συνείδησης του πολίτη και να ενεργοποιήσουν το δυναμικό της περιοχής, όχι με χειραγώγηση της σκέψης αλλά με διάθεση συμμετοχής, προώθησης νέων ιδεών και αυτο-οργάνωσης των ιδεών σε προτεραιότητες. Ο κόσμος πρέπει να νιώθει – και να είναι – πρωταγωνιστής στη ζωή του.
Η συμμετοχική διαδικασία είναι επένδυση και πρέπει οι πολίτες – οι οποίοι τις περισσότερες φορές το μόνο που μαθαίνουν από τη διοίκηση της Περιφέρειάς τους είναι ότι δεν υπάρχουν τα αναγκαία χρήματα για να ικανοποιήσουν ακόμα και τις στοιχειώδεις ανάγκες και προτεραιότητες της πατρίδας τους – να απαιτήσουν την εφαρμογή της.
Ήρθε η στιγμή οι πολίτες να βάλουν οι ίδιοι τις προτεραιότητες. Με το συμμετοχικό προϋπολογισμό αναδύεται το όραμα της ίδιας της τοπικής κοινωνίας για τη μακροπρόθεσμη, δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής της.
2. Για τα οικονομικά της αιρετής Περιφέρειας
κ. Περιφερειάρχη,
κ.κ. Αντιπεριφερειάρχες,
κ.κ. Συνάδελφοι
Από όλα όσα αναλύσαμε παραπάνω, προκύπτει η ανάγκη για έναν διαφορετικό ρόλο της περιφερειακής αυτοδιοίκησης από αυτόν του διαχειριστή και διεκπεραιωτή της πολιτικής της Κυβέρνησης.
Κατ’ αρχήν, προκύπτει κατά τρόπο προφανή η ανάγκη η Περιφέρεια να αναπτύξει με ομοφωνία των παρατάξεων και με τη συμπαράσταση των πολιτών ένα μαχητικό διεκδικητικό κίνημα που θα απαιτήσει αφενός την καταβολή από το Κράτος όλων των οφειλόμενων ποσών και αφετέρου την αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης. Δεν επιτρέπεται η Περιφέρεια με την πολιτική της να αποδεχτεί τη μη καταβολή των υποχρεώσεων της πολιτείας και να οδηγηθεί είτε στην επιβολή καινούργιων φόρων, είτε στη μείωση των αναπτυξιακών πρωτοβουλιών που έχει ανάγκη η Θεσσαλία.
Έπειτα, θέλουμε η αιρετή Περιφέρεια να πρωταγωνιστεί στη συμμετοχή των φορέων και της κοινωνίας στο σχεδιασμό και στη λήψη των αποφάσεων, έχοντας την ευθύνη του σχεδιασμού και της υλοποίησης μιας ολοκληρωμένης, μακροπρόθεσμης, δημοκρατικής, δίκαιης και βιώσιμης αναπτυξιακής πολιτικής για τη Θεσσαλία. Να έχει ουσιαστική συμμετοχή στη διαμόρφωση και τη ριζική αναθεώρηση των κατευθύνσεων του ΕΣΠΑ στις σημερινές συνθήκες, αφού σχεδιάστηκε προ κρίσης, αντί της παθητικής αναμονής των σχεδιασμών της Κυβέρνησης και των διορισμένων περιφερειακών γραμματέων.
Χρειαζόμαστε έναν οραματικό σχεδιασμό που θα ανοίγει νέους δρόμους στην ανάπτυξη, θα διαπνέεται από την κοινωνική αλληλεγγύη και αντιμετωπίζει την ανεργία.
Αγωνιζόμαστε για μια περιφερειακή αυτοδιοίκηση που θα αρνηθεί να υποταχθεί στην περικοπή των ΚΑΠ, που θα απορρίπτει τον μηδενισμό των Δημόσιων Επενδύσεων.
Χρειαζόμαστε μια περιφερειακή αυτοδιοίκηση που θα συμπαραστέκεται στους κοινωνικούς αγώνες που αναπτύσσονται.
Κλείνοντας, δηλώνουμε ότι, επειδή ακριβώς ο προϋπολογισμός έχει όλα τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που αναλύσαμε, τον καταψηφίζουμε.