Ο

O Υφυπουργός Οικονομικών απάντησε τη Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010 σε επίκαιρη ερώτηση του Βουλευτή του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού κ. Μαυρουδή Βορίδη σχετικά με τον περιορισμό της ρευστότητας από τις τράπεζες.
Ο κ. Σαχινίδης είπε ότι οι τράπεζες πραγματικά ακολουθούν μία περιοριστική πολιτική και ότι τα πιστωτικά ιδρύματα είναι πολύ διστακτικά να χορηγήσουν ρευστότητα στις επιχειρήσεις. Σημείωσε δε ότι οι λόγοι για τους οποίους οδηγηθήκαμε σε αυτό το σημείο είναι επειδή ενώ η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση ξεκίνησε από προβλήματα που υπήρχαν στο χρηματοπιστωτικό τομέα, κυρίως στις αγγλοσαξονικές χώρες, στην περίπτωση της Ελλάδας το πρόβλημα του τραπεζικού συστήματος προέκυψε μέσα από τα δημοσιονομικά προβλήματα της χώρας. Επιπλέον σημείωσε ότι η προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το βασικό πρόβλημα της επιστροφής σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης ξεκινά από την αποκατάσταση των δημόσιων οικονομικών. Στη συνέχεια ο Υφυπουργός επεσήμανε ότι η πραγματική ανάπτυξη προϋποθέτει πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου. «Πρόσβαση στις αγορές κεφαλαίου αυτή τη στιγμή το τραπεζικό σύστημα δεν έχει και ιδιαίτερα δεν έχει πρόσβαση στη διατραπεζική αγορά. Μέχρι προχθές δεν είχε πρόσβαση ούτε και στη repo αγορά», είπε ο κ. Σαχινίδης ενώ πρόσθεσε ότι το τελευταίο διάστημα φαίνεται ότι υπάρχουν κάποιες πρωτοβουλίες από ορισμένες τράπεζες, οι οποίες κατάφεραν και απέκτησαν πρόσβαση στη repo αγορά. Πρόσθεσε δε ότι γι΄αυτό το λόγο η Κυβέρνηση επιμένει στη μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων που θα επιτρέψει στην ελληνική Κυβέρνηση να αποκτήσει πρόσβαση στις διεθνείς αγορές κεφαλαίου. Αυτό με τη σειρά του θα οδηγήσει στο άνοιγμα της διατραπεζικής αγοράς για τις ελληνικές τράπεζες.
Η ελληνική Κυβέρνηση, πρόσθεσε ο Υφυπουργός, δεν έμεινε απαθής στο πρόβλημα αυτό και προέβη σε μία σειρά από πρωτοβουλίες. «Πέρα από το γεγονός ότι έχουμε Επιτρόπους, οι οποίοι παρακολουθούν και μας ενημερώνουν για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζονται τη διαθέσιμη ρευστότητα τα τραπεζικά ιδρύματα, προχωρήσαμε στη συγκρότηση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο θα εξοπλιστεί με 10 δισεκατομμύρια ευρώ, για την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας κάποιας τράπεζας, αν και εφόσον αυτό κριθεί αναγκαίο. Προχωρήσαμε στην επέκταση του πυλώνα των εγγυήσεων με 25 δισεκατομμύρια ευρώ και είπαμε ότι ο πυλώνας αυτός είναι εκεί για να παράξει πρόσθετη προστασία στο τραπεζικό σύστημα. Βάλαμε όμως ως πρόσθετη προϋπόθεση να διαμορφώσουμε μία σχέση με το τραπεζικό σύστημα μέσα από ένα Σύμφωνο Ρευστότητας».
Στη δευτερολογία του ο Υφυπουργός Οικονομικών τόνισε ότι οι θετικές εξελίξεις σε ό,τι αφορά την εκτέλεση του Προϋπολογισμού έχουν παρουσιάσει το πρώτο θετικό αποτέλεσμα. Δεύτερη θετική εξέλιξη είναι το ότι μία ελληνική τράπεζα, η μεγαλύτερη εμπορική τράπεζα, προχώρησε σε αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου. Τέλος, τόνισε ότι το Υπουργείο Οικονομικών εδώ και πάρα πολύ καιρό έχει προτρέψει ανοιχτά τις ελληνικές τράπεζες να αποκτήσουν εκείνο το κρίσιμο μέγεθος που πραγματικά θα καθιστούσε ευκολότερη την πρόσβασή τους στη διατραπεζική αγορά. Σε ό,τι αφορά στο ερώτημα πού βρισκόμαστε σε σχέση με το Σύμφωνο Ρευστότητας, ο κ. Σαχινίδης είπε ότι οι τράπεζες έχουν ενημερωθεί σε κοινή σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε στο Υπουργείο Οικονομικών παρουσία του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. «Έγινε μία συζήτηση, τους παρουσιάσαμε την άποψή μας, αλλά μέχρι στιγμής δεν έχουμε οριστικοποιήσει το τελικό κείμενο, διότι καμία εκ των τραπεζών δεν έχει ζητήσει από το Υπουργείο Οικονομικών να αποκτήσει πρόσβαση στα 25.000.000.000 ευρώ», είπε. Τέλος σχετικά με το τι θα κάνει η Κυβέρνηση στο μεσοδιάστημα, τη στιγμή που όλες οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν προβλήματα, ο Υφυπουργός είπε ότι η Κυβέρνηση με το Υπουργείο Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και με τράπεζες εκτός Ελλάδας, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, θα προχωρήσει στη δημιουργία νέων επενδυτικών ταμείων τα οποία θα επιτρέψουν τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων. Τα νέα χρηματοδοτικά μέσα θα δίνουν ευνοϊκά δάνεια ή μετοχικό κεφάλαιο ή εγγυήσεις προς όφελος των τελικών δικαιούχων, πάντοτε, όμως, μέσω επιλεγμένων χρηματοπιστωτικών ή επενδυτικών οργανισμών. Οι συνολικές επενδύσεις που θα χρηματοδοτηθούν στην πραγματική οικονομία από τα νέα ταμεία αναμένεται να ξεπεράσουν τα 6.000.000.000 ευρώ στην επόμενη πενταετία.