
“Οι παγκόσμιοι ηγέτες σήμερα έχουν τη γνώση και τα εργαλεία για να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση. Ωστόσο, ένας συνδυασμός προσωπικών συμφερόντων και διαστρεβλωμένης ιδεολογίας τους αποτρέπει από το να λύσουν ένα καθ’ όλα επιλύσιμο πρόβλημα“.
Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει ο διάσημος οικονομολόγος, και κάτοχος βραβείου Νόμπελ, Πωλ Κρούγκμαν, στο νέο του βιβλίο “Σταματήστε την ύφεση τώρα!” (“End This Depression Now!”), στο οποίο ζητά για ακόμη μία φορά τον τερματισμό της λιτότητας και
την υιοθέτηση μέτρων τόνωσης της ανάπτυξης.
Η κρίση σε ΗΠΑ και Ευρώπη και η απροθυμία τερματισμού των πολιτικών ύφεσης που την ακολούθησαν “σκοτώνουν” όχι μόνο τις βραχυπρόθεσμες, αλλά και τις μακροπρόθεσμες προοπτικές των δύο αυτών οικονομιών, σύμφωνα με τον Κρούγκμαν.
Κι αυτό διότι έχουν αυξηθεί δραματικά μακροχρόνια άνεργοι, οι οποίοι καθίστανται στα “μάτια” των εργοδοτών ως ανίκανοι πλέον για εργασία και άρα δεν προσλαμβάνονται, κάτι, όμως, που μπορεί βραχυπρόθεσμα να αυξάνει τα ποσοστά ανεργίας, σε μακροπρόθεσμο επίπεδο, όμως, αφαιρεί ένα σημαντικό ποσοστό από το εργατικό δυναμικό του μέλλοντος.
Και η ανεργία δεν πλήττει μόνο μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες, αλλά και τους νέους, ιδιαίτερα όσους αποφοίτησαν πρόσφατα, οι οποίοι είτε απασχολούνται με λιγότερα χρήματα ή για λιγότερες ώρες είτε καταλήγουν να εργάζονται σε άλλους τομείς από το αντικείμενο σπουδών τους.
Αυτό, όμως, μακροπρόθεσμα τους υποβιβάζει στα “μάτια” των εργοδοτών, οι οποίοι τους αντιμετωπίζουν ως εργαζομένους χαμηλών δυνατοτήτων, στέλνοντας στα “σκουπίδια” τα χρόνια εκπαίδευσής τους.
Ο Κρούγκμαν επιμένει πως η πολιτική λιτότητας, δεν επηρεάζει μόνο τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας, όπως προσπαθούν να παρουσιάσουν οι παγκόσμιες ηγεσίες, αλλά θα έχει και αρνητικά αποτελέσματα για τη μελλοντική ανάπτυξη, καθώς η πτώση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών σήμερα, μειώνει τα έσοδα και κατά συνέπεια τις μελλοντικές επενδύσεις των επιχειρήσεων.
Επιπλέον, τα δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας “σκοτώνουν” και τις δημόσιες επενδύσεις, όπως σε έργα μεταφορών ή υποδομής, και τον κοινωνικό χαρακτήρα του κράτους (ο οποίος, βέβαια, στις ΗΠΑ ήταν ήδη πολύ διαφορετικός και πολύ μικρότερος σε σχέση με την Ευρώπη πριν από την κρίση) με τη μείωση των δαπανών για την Παιδεία και την Υγεία.
Τέλος, ο Κρούγκμαν κάνει αναφορά και σε έναν άλλον παράγοντα -όχι τόσο οικονομικό- αυτής της παρατεταμένης κρίσης. Μιλάει, δηλαδή, για τη “ζημιά” που προκαλεί στους ίδιους τους ανθρώπους η παρατεταμένη ύφεση, καθώς οι μακροχρόνια άνεργοι χάνουν την αυτοεκτίμηση τους, ενώ αυξάνονται οι νέοι που ζουν με τους γονείς τους (κάτι που μπορεί στην Ελλάδα να θεωρείται σχεδόν φυσιολογικό, στις ΗΠΑ, όμως, δεν ήταν τόσο “διαδεδομένο”), καθώς δυσκολεύονται να ξεκινήσουν τη δική τους ζωή. Όλα αυτά δημιουργούν μία “κατάθλιψη” για ένα σημαντικό τμήμα του εργατικού δυναμικού του μέλλοντος.
“Χάνουμε το μέλλον“, προειδοποιεί ο Πωλ Κρούγκμαν, καθώς εκτιμά πώς αν και όποτε έρθει τελικά η πολυπόθητη ανάκαμψη, o περιορισμός των παραγωγικών ικανοτήτων και περιθωρίων που αποτρέπει τις επενδύσεις με ορίζοντα το μέλλον, πέρα από την απογοήτευση και την υποβάθμιση που προκαλείται στο ίδιο το εργατικό δυναμικό, θα φέρει χαμηλότερα αποτελέσματα από αυτά που αναμένουν οι παγκόσμιοι ηγέτες.