 |
Της ΕΛΕΝΗΣ ΧΟΛΕΒΑ Το να συναντήσεις τυχαία ένα ξυλογλύπτη-σκαλιστή στην πόλη μας είναι σπάνιο. Πρώτον γιατί πρόκειται για ένα επάγγελμα που ναι μεν πέρασε στο σήμερα αλλά με λιγοστούς τεχνίτες του είδους και δεύτερον, γιατί τους εργάτες του ξύλου τους συναντάς συνήθως σε εργαστήρια περικυκλωμένους από εργαλεία, σχέδια και πριονίδι. Το επάγγελμα είναι δύσκολο και απαιτητικό. Αλλά, όπως τονίζουν οι επαγγελματίες, αυτό που δεν τους επιτρέπει να εφησυχάσουν ποτέ, δεν είναι η ανάγκη της δουλειάς, αλλά το μεράκι της δημιουργίας που ευτυχώς ακόμη γεννά καλλιτέχνες. Η ξυλογλυπτική, καθιερώθηκε ως μία παραδοσιακή τέχνη για την περιοχή, κυρίως λόγω των Μετεώρων και των Ιερών Μονών. Ωστόσο, η μεγάλη ανάπτυξη του κλάδου έγινε κατά τη δεκαετία του ’80, με τα ξυλόγλυπτα έπιπλα να κατακλύζουν τα σπίτια του τότε. Έτσι, κάπου εκεί ήταν και το αποκορύφωμα της ζήτησης. Πλέον, το ξυλόγλυπτο το συναντούμε κυρίως σε εκκλησίες και μοναστήρια, ευτυχώς όμως, κάποιοι αν και λιγότεροι, παρέμειναν λάτρεις του είδους και επενδύουν σε ξυλόγλυπτες κατασκευές. Ένα επάγγελμα με ιστορία Ο κ. Παναγιώτης Κυρίτσης ασχολείται με τη δουλειά αυτή από το 1974, όπως μας είπε, είχε βρει το δρόμο του από πολύ μικρός, αλλά καθώς δεν είχε οικογενειακή παράδοση στο επάγγελμα, όπως συνέβαινε συνήθως, οι γονείς δυσανασχετούσαν. Τελικά, και χάρη στη Σχολή Ξύλου στην Καλαμπάκα, κέρδισε η τέχνη επιτρέποντας στον κ. Κυρίτση εδώ και 36 χρόνια να ασχολείται με το επάγγελμα που αγαπά. Όπως αναγνωρίζει και ο ίδιος, «Αν δεν υπήρχε η σχολή της Καλαμπάκας δεν θα είχα ασχοληθεί τελικά με τη ξυλογλυπτική. Όπως και πολλοί συνάδελφοι του κλάδου». Ο νόμος λοιπόν είχε ένα ακόμη προτέρημα σε σχέση με άλλες περιοχής. Μια σχολή μέσα από την οποία προέκυψαν σπουδαίοι καλλιτέχνες που χάρισαν σε πολλές γωνιές της χώρας και του εξωτερικού τα κομψοτεχνήματά τους. Δυστυχώς όμως, το επάγγελμα σιγά σιγά ερημώνει. Όπως επισημαίνει και ο κ. Κυρίτσης, είναι ελάχιστοι οι νέοι που πλέον ακολουθούν αυτό το δρόμο. Πιστεύει ωστόσο ότι αν η σχολή της Καλαμπάκας ενισχυθεί, η κατάσταση θα αλλάξει και πολλοί θα σκεφτούν να ασχοληθούν επαγγελματικά με το είδος. «Δυστυχώς στα Τρίκαλα, ενώ κάποτε ήμαστε πολλοι σκαλιστές, σήμερα είναι ελάχιστοι. Ελάχιστοι είναι δε αυτοί που ασχολούνται με το ξυλόγλυπτο έπιπλο, μια τέχνη που τη δεκαετία του ’80 βρισκόταν στο απόγειό της. Οι λόγοι είναι κυρίως ο νέος τρόπος ζωής, η αντίληψη για τα σπίτια αλλά και η οικονομική κατάσταση», τονίζει ο κ. Κυρίτσης. Σε ότι αφορά στις τιμές, κυμαίνονται ανάλογα με το τι ζητάει κανείς. Όπως αναφέρει σχετικά ο ξυλογλύπτης, «Υπάρχει μία διαδικασία στο ξύλο. Υπάρχει διαχωρισμός ανάλογα με το σκάλισμα. Ο χρόνος που χρειάζεται μία κατασκευή, το σχέδιο, αποτελούν τα κύρια κριτήρια για την τιμολόγηση, οπότε δεν υπάρχει κάποιο συγκεκριμένο κόστος. Τα Μετέωρα, παραμένουν ευτυχώς όμως ακόμη ένας τροφοδότης για την τοπική αγορά των ξυλόγλυπτων. Για το λόγο αυτό εξάλλου, και ο κ. Κυρίτσης επέλεξε την Καλαμπάκα για έδρα της επιχείρησής του. Έτσι επικράτησε το ξυλόγλυπτο ως μια τέχνη σχεδόν εκκλησιαστική. Έχει βέβαια κι αυτό τα καλά του για τον καλλιτέχνη, αφού το έργο που θα φτιάξει και θα φιλοξενηθεί σε κάποια εκκλησία ή μοναστήρι θα μείνει για μια ζωή. Κανόνας το μεράκι Τα βασικά χαρίσματα ενός ανθρώπου που δίνει μορφή στο ξύλο είναι η υπομονή, η θέληση αλλά και η φαντασία που πρέπει να μένει αστείρευτη. «Πρέπει συνεχώς να γεννάς νέες ιδέες. Προσωπικά, διδάσκομαι από την παράδοση του χθες και συνεχίζω αυτή την παράδοση στο σήμερα». Ένας ακόμη κανόνας σύμφωνα με τον κ. Κυρίτση, είναι η εκπαίδευση, γι’ αυτό μιλώντας για το επάγγελμά του, συχνά αναφέρεται στη Σχολή Ξυλογλυπτικής. «Πιστεύω ότι κάποιος πρέπει να ξεκινήσει από μικρός για να ασχοληθεί με τη δουλειά. Δεν αρκεί αν είσαι ερασιτέχνης. Όμως είναι δύσκολο για έναν νέο να ασχοληθεί. Γι΄αυτό και η πολιτεία πρέπει να δώσει κίνητρα μέσα από την οργανωμένη εκπαίδευση αλλά και άλλες οικονομικές παραμέτρους», λέει ο κ. Κυρίτσης. Αυτό που φοβάται, είναι ότι σταδιακά η τέχνη θα εκλείψει παρά το γεγονός ότι σαν νομός έχουμε παράδοση στην ξυλογλυπτική. Κάτι τέτοιο όμως θα έχει πολλά αρνητικά αποτελέσματα. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι οι ελάχιστες αλλά αρκετά ανεπτυγμένες βιοτεχνίες που δραστηριοποιούνται αυτή τη στιγμή απασχολούν σημαντικό αριθμό εργαζομένων. Έργα χειρός 21-1-4A Ένα αιώνα πριν, το 1900, ο Μιχάλης Καραμάλης εγκαθίσταται στο Ξυλοπάροικο, όπου ιδρύει το προσωπικό του εργαστήρι. Έπειτα από 45 χρόνια δουλειάς, μεταβιβάζει την τέχνη και τα ηνία του εργαστηρίου στον υιό του Χρήστο Καραμάλη, o οποίος συμβάλλει καθοριστικά στο να μετατραπεί το μικρό εργαστήρι, σε μία από τις σημαντικότερες επιχειρήσεις στο χώρο των ξυλόγλυπτων εκκλησιαστικών παραδοσιακών επίπλων. To 1973 η επιχείρηση παραδίδεται από τον Χρήστο Καραμάλη, στον υιό του Σωτήρη. Το 60% των εργασιών σήμερα, εξάγονται στα Βαλκάνια, την Ευρώπη και τα Ιεροσόλυμα. Τρεις γενιές μετά, όπως τονίζει ο κ. Σ. Καραμάλης, η αγορά στη χώρα φαίνεται να έχει κορεστεί, για το λόγο αυτό, ο επόμενος στόχος είναι οι αγορές του εξωτερικού. Αξίζει όμως να σημειωθεί, ότι η βιοτεχνία του κ. Καραμάλη, επιδιώκει να ξαναφέρει στο προσκήνιο το σκαλιστό έπιπλο. Όπως τονίζει, «Πιστεύω ότι το ξυλόγλυπτο είναι μία επένδυση που αξίζει για κάθε σπίτι. Ένα σκαλιστό έπιπλο είναι διαχρονικό και μοναδικό, μιας και πρόκειται για έργο χειρός». . |
 |