 |
Του ΘΑΝΑΣΗ ΤΣΑΓΓΑΡΑ
Πολλά και μεγάλα είναι σήμερα τα προβλήματα που απασχολούν τους νέους εργαζόμενους. Το κορυφαίο, βέβαια, είναι η ανεργία και η υποαπασχόληση.
Τα πρώτα βήματα του κάθε νέου στον επαγγελματικό τομέα αποτελούν συνήθως και τα δυσκολότερα της ζωής του.
Με το που τελειώνει το λύκειο ή το πανεπιστήμιο, η κύρια σκέψη και ανησυχία κάθε νέου είναι το πότε, πως και που θα βρει δουλειά.
Ο νέος θέλει να εργαστεί, να δημιουργήσει, να αυτοσυντηρηθεί, να σταθεί στα πόδια του, αλλά κάτι τέτοιο φαντάζει σχεδόν ακατόρθωτο όταν πρωτοβγαίνει στην αγορά εργασίας.
Υπάρχουν νέοι που δεν θέλουν να εξαρτώνται από κάποιον εργοδότη, που θέλουν να επιλέξουν οι ίδιοι το περιβάλλον εργασίας τους, που θέλουν να ορίζουν οι ίδιοι το ωράριό τους, που θέλουν να διαχειρίζονται προσωπικά τα οικονομικά της εργασίας τους, που θέλουν να λογοδοτούν μόνο στον εαυτό τους.
Είναι νέοι ανήσυχοι, δημιουργικοί, πρωτοπόροι, τολμηροί, που «θέλουν να κάνουν τη βουτιά» και να εισχωρήσουν δυναμικά στο χώρο της εργασίας.
Πολλοί νέοι άνθρωποι πλέον επιλέγουν μπροστά στον εφιάλτη της ανεργίας, να εργαστούν στην οικογενειακή επιχείρηση.
Στην «ΕΡΕΥΝΑ» μίλησαν πτυχιούχοι νέοι της περιοχής μας, που επέλεξαν να κορνιζάρουν τα πτυχία τους και να εργαστούν στις επιχειρήσεις των γονιών τους, από το να ψάχνουν να βρουν οποιαδήποτε άλλη δουλειά πάνω στο αντικείμενο των σπουδών τους.
Οι αυξημένες ανάγκες τους έκαναν να μην σκεφτούν στιγμή τις δυσκολίες που θα αντιμετώπιζαν σε ένα διαφορετικό εργασιακό αντικείμενο, αλλά σε καμιά περίπτωση τα λεγόμενα των φίλων τους γύρω από τις επιλογές τους. Άλλωστε όπως λένε, η δουλειά δεν είναι ντροπή.
Βαρεθήκαμε να χτυπάμε πόρτες
Η νεολαία αποτελεί ένα από τα πρώτα θύματα της ανεργίας, της ακρίβειας και της ανέχειας που πλήττουν τις μικρομεσαίες οικογένειες. Αυτό υποστηρίζουν πολλοί νέοι σήμερα μεταξύ αυτών και τα αδέλφια Γιάννης και Παρασκευή Αλεξάνδρου.
Οι δυο νέοι είναι απόφοιτοι των Σχολών ΤΕΦΑΑ Σερρών και Φυσικής Θεσσαλονίκης.
Παρότι οι δυο νέοι αναζήτησαν εργασία τόσο στο δημόσιο, όσο και στον ιδιωτικό τομέα δεν στάθηκαν τυχεροί.
Έτσι προτίμησαν να εργαστούν στο σουπερ μάρκετ που διατηρούν οι γονείς τους.
«Η νεολαία αποτελεί ένα από τα πρώτα θύματα της ανεργίας, της ακρίβειας και της ανέχειας που πλήττουν τις λαϊκές οικογένειες. Πανεπιστήμια – «επιχειρήσεις», σπουδές επί πληρωμή, ανύπαρκτες υποδομές και κονδύλια για σίτιση και στέγαση, πτυχία χωρίς αξία, αποσυνδεμένα από τα επαγγελματικά δικαιώματα, υποχρηματοδότηση της εκπαίδευσης και στο βάθος ανεργία», σημείωσε ο 27χρονος Γιάννης.
«Βαρεθήκαμε να χτυπάμε ξένες πόρτες αναζητώντας δουλειά κι επιλέξαμε να εργαστούμε στην οικογενειακή επιχείρηση, μέχρι να βρούμε κάτι στο αντικείμενο μας. Αν και είναι αρκετά δύσκολο καθώς οι σχολές μας παράγουν χιλιάδες πτυχιούχους κάθε χρόνο ενώ η αγορά εργασίας δέχεται ελάχιστο αριθμό», συμπλήρωσε η 26χρονη Παρασκευή.
Τα δυο αδέλφια δηλώνουν ικανοποιημένα από την επιλογή τους, φέρνοντας ως παράδειγμα τις απαράδεκτες συνθήκες που επικρατούν σήμερα στην αγορά εργασίας.
«Πριν ξεκινήσω να εργαστώ στην οικογενειακή επιχείρηση, εργάστηκα σε μια ιδιωτική επιχείρηση πάνω στο αντικείμενο μου. Περισσότερες από 10 ώρες εργασίας την ημέρα, χαμηλό ημερομίσθιο, παρατηρήσεις και ανασφάλιστος. Η κατάσταση ήταν απαράδεκτη. Δεν είχα όμως άλλη επιλογή», συμπλήρωσε ο Γιάννης.
Στόχος των δυο νέων παιδιών είναι πλέον η ανάπτυξη της επιχείρησης στην οποία επιδιώκουν να εργαστούν και στο μέλλον.
Καλύτερα στην καφετέρια
Ο Θεμιστοκλής Καλόγηρος θυσίασε αρκετές ώρες στο διάβασμα. Σε ηλικία 18 ετών κατάφερε να εισαχθεί στο τμήμα Νοσηλευτικής του ΤΕΙ Ιωαννίνων. Το συστηματικό διάβασμα τον βοήθησε ώστε να τελειώσει έγκαιρα την σχολή με τα όνειρα του νέου να στρέφονται στην άμεση επαγγελματική αποκατάσταση.
Δυστυχώς βρέθηκε αντιμέτωπος με την ανεργία. Δεν είχε άλλη επιλογή παρά να εργαστεί στη καφετέρια που διατηρούν οι γονείς τους.
Ο 26χρονος σήμερα νέος χτύπησε διάφορες πόρτες που σχετιζόταν με το επάγγελμα του, αλλά όλοι ζητούσαν προϋπηρεσία.
«Από την ανεργία ή την δουλειά για 16 ώρες και αμοιβή ψίχουλα, καλύτερα» λέει στην καφετέρια.
Όπως είπε μάλιστα, προτιμά να δουλεύει δίπλα στους γονείς του, παρά σε έναν ψυχρό εργοδότη. |
 |