Συνέντευξη Τουμερ Μετίν στο contra.gr

    0
    45

    Άννα Σαλαπάτα 


    function fbs_click() {u=location.href;t=document.title;window.open(‘http://www.facebook.com/sharer.php?u=’+encodeURIComponent(u)+’&t=’+encodeURIComponent(t),’sharer’,’toolbar=0,status=0,width=626,height=436′);return false;}

    Αν υπάρχει ελληνοτουρκική φιλία έχει ονοματεπώνυμο: Τουμέρ Μετίν. Ο Τούρκος ποδοσφαιρικός ήρωας της Λάρισας ξεφυλλίζει στο contra.gr σελίδες της αυτοβιογραφίας του. “Μεγάλη καρδιά” ο Ζίκο, “σκυλί που δεν δαγκώνει” ο Σισέ, “ξανά πρωταθλήτρια” η ΑΕΛ. Γράφει ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του που σύντομα θα εκδοθεί: “Ήταν μια μέρα απόδρασης για την οικογένειά μας. Η διαδρομή από τη Ζογκουντάρ στην Κωσταντινούπολη ήταν κουραστική και η επιβεβλημένη στάση του λεωφορείου κοντά στο γήπεδο της Μπεσίκτας θα ήταν καθοριστική για τη ζωή μου. Κρυφοκοιτάζοντας από ένα σημείο στον αγωνιστικό χώρο τον αγαπημένο μου παίκτη, τον Φορτούνα, να ξεσηκώνει το στάδιο της Μπεσίκτας, η μοίρα αποφάσισε για λογαριασμό μου. Μια μέρα θα παίζω σε αυτό το στάδιο, είπα στη μητέρα μου. Η πρώτη σελίδα της ζωής μου είχε μόλις γραφτεί…”.Ο Τουμέρ Μετίν γεννήθηκε στο Ζογκουντάρ το 1974. Ξεκίνησε στην τοπική ομάδα στα 11, έπαιξε σε όλες τις κατηγορίες και έγινε αρχηγός της. Αρχηγός αργότερα και στην κραταιά Μπεσίκτας, μέχρι που με δικό του γκολ στέρησε το Κύπελλο από την Φενερμπαχτσέ, μεγάλη αντίπαλο στην Πόλη. «Σε πήρα γιατί εσύ είσαι αυτός που μας σκότωσε πέρσι. Του χρόνου θα μας τα φέρεις πίσω», του είπε τότε ο Αζίζ Γιλντιρίμ, πρόεδρος της Φενερμπαχτσέ, ολοκληρώνοντας την πολύκροτη μεταγραφή.
    Ο Τουμέρ Μετίν δεν ένιωσε ποτέ προδότης. Γι’ αυτό και όταν, αργότερα, αποφάσισε να συνεχίσει την καριέρα του στην Ελλάδα, έγινε ο πρώτος Τούρκος ποδοσφαιριστής που πέρασε τα σύνορα και αγαπήθηκε σαν Ελληνας. Εκπρόσωπος της νέας γενιάς Τούρκων, απορρίπτει κάθε αναχρονιστική και μισαλλόδοξη άποψη για τη σχέση των δυο λαών και πιστεύει ότι ήρθε η ώρα τα ελληνοτουρκικά να μπουν σε νέα βάση.

    Υπάρχει ένα τραγούδι που μιλά για τη σχέση των λαών μας, το έχει τραγουδήσει ένας μεγάλος Ελληνας ερμηνευτής, ο Γιώργος Νταλάρας: «Τούρκος εγώ κι εσύ Ρωμιός, εγώ λαός κι εσύ λαός, εσύ Χριστό κι εγώ Αλλάχ, όμως κι οι δυό μας αχ και βαχ». Στίχος που μας φέρνει κοντά…
    Είναι πολύ αντιπροσωπευτικό το τραγούδι αυτό για τις ομοιότητες και τις διαφορές που μας χαρακτηρίζουν. Στην Ελλάδα ζω δύο χρόνια και έχω αναπτύξει πολύ καλές και αληθινές σχέσεις. Στην Τουρκία πάλι, όταν ζούσα στην Κωνσταντινούπολη πριν από 10 χρόνια, έμενα σε μια πολυκατοικία όπου πάνω από το 50% των κατοίκων της ήταν Ρωμιοί. Οι θρησκευτικές μας διαφορές ήταν εμφανείς, αλλά ποτέ δεν υπήρξε το παραμικρό πρόβλημα μεταξύ μας. Ζούσαμε πολύ αρμονικά γιατί τίποτα δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στη σχέση των ανθρώπων.
    Θα σας δώσω ένα παράδειγμα από ένα περιστατικό που έχει χαραχτεί μέσα μου και έχει σχέση με το τραγούδι που αναφέρατε. Υπάρχει ένας βραζιλιάνος παίκτης στην Τουρκία, ο Μάρκο Αουρέλιο. Μας έχει αγαπήσει τόσο, που έχει πάρει την τουρκική υπηκοότητα. Πριν από τρία χρόνια θέλησαν να του δώσουν ένα βραβείο. Κάλεσαν λοιπόν γι’ αυτό τον προπονητή της Εθνικής Βραζιλίας, τον Ντούνγκα, ο οποίος του είπε κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ: «Μάρκο, μπορεί εγώ να φοράω την φανέλα της Βραζιλίας και εσύ να φοράς τη φανέλα της Τουρκίας, όμως έχουμε και οι δύο μια μπάλα που είναι ο έρωτας του ποδοσφαίρου και μας ενώνει”.
    Αυτός ο “έρωτας” μπορεί να υπάρξει μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων ή θα τον ζούμε μέσα από τα σίριαλ μόνο;
    Φυσικά και μπορεί. Είναι πολύ πιο εύκολο απ’ όσο φαίνεται…
    Πριν από μερικά χρόνια φαινόταν αδιανόητο να αγωνιστεί Τούρκος αθλητής σε ελληνική ομάδα. Είσαι ο δεύτερος, μετά τον Κουτλουάι. Πως αντέδρασαν οι συμπατριώτες σου;
    Είμαι ο πρώτος ποδοσφαιριστής που ήρθε στην Ελλάδα και το γεγονός ότι έχω παίξει στην εθνική Τουρκίας δίνει ακόμη μεγαλύτερη διάσταση στη μεταγραφή μου. Θα σας πω μια ιστορία που έχει σχέση με τη γιαγιά μου. Η γιαγιά μου, λοιπόν, όπως όλοι οι παλιοί στη χώρα μου, διατηρούν έντονα στη μνήμη τους την έχθρα του παρελθόντος. Όταν λοιπόν μου έγινε η πρόταση από την ΑΕΛ, εγώ ζούσα στο Μιλάνο γιατί δεν ήθελα να πάω φαντάρος. Όταν πήρα την απόφαση να έρθω να παίξω στην Ελλάδα, ήμουν στο αεροδρόμιο και χτύπησε το τηλέφωνό μου. Ηταν η γιαγιά μου αναστατωμένη. «Μη παιδάκι μου, μην πας εκεί! Να προσέχεις αυτούς τους Έλληνες”, μου έλεγε κλαίγοντας! 
    «Ελα γιαγιά, δεν ζούμε στο 1800», της είπα για να την ηρεμήσω. Το εννοούσα, φυσικά. Έχουν αλλάξει τα πράγματα. Όταν επέστρεψα στην Τουρκία και πήγα να τη δω, μου λέει “κάτσε δίπλα μου παιδάκι μου. Πες μου τι σου έκαναν αυτοί οι Έλληνες”. Τίποτα, της λέω γιαγιάκα μου, μια χαρά άνθρωποι είναι. Προσπάθησα να της εξηγήσω ότι τα πράγματα δεν είναι όπως ήταν πριν από 200 χρόνια…


    Σε όλους αυτούς που έχουν την ίδια αντίληψη με τη γιαγιά σου ή, ακόμα περισσότερο, σε όσους σημάδεψε ο Αττίλας και τα Ίμια στην πιο πρόσφατη Ιστορία, τι θα έλεγες για να απαλύνεις τον πόνο και το θυμό τους;
    Πιστεύω ότι ο φανατισμός που υπάρχει και στις δύο μεριές απηχεί ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνολικού πληθυσμού. Θεωρώ ότι όποιος πλησιάσει εμένα, το τελευταίο πράγμα που σκέφτεται είναι ο Αττίλας και τα Ίμια. Τον ενδιαφέρω εγώ σαν ποδοσφαιριστής, σαν άνθρωπος. Θεωρώ ότι ήρθε ο καιρός να μπουν σε νέα βάση τα ελληνοτουρκικά και κάθε είδους φανατισμός να μείνει πίσω.
    Πες μου κάτι αρνητικό που πίστευες για τους Έλληνες και κατέρρευσε όταν ήρθες να ζήσεις εδώ.
    Εγώ προσωπικά δεν σκεφτόμουν κάτι αρνητικό, πέρα από την Ιστορία που διδάχτηκα στο σχολείο και που σίγουρα τη μαθαίνουμε από την άλλη μεριά που τη διδάσκεστε εσείς. Ανήκω στη νέα γενιά Τούρκων. Με την Ιταλία δεν είχε ποτέ πρόβλημα η χώρα μου, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι θα κάνω φίλο μου έναν Ιταλό αν δεν είναι καλός άνθρωπος.
    Ένας Ελληνας φίλος σου είναι ο πρώην συμπαίκτης σου στη Λάρισα Στέφανος Κοτσόλης…
    Κατ’ αρχήν, ο Στέφανος δεν είναι φίλος μου, είναι αδερφός μου! Όταν ήρθα στην Ελλάδα δεν μιλούσα ούτε ελληνικά ούτε αγγλικά, ο Στέφανος μου έμαθε να συνεννοούμαι. Ό,τι ξέρω σήμερα μου το έχει διδάξει αυτός, περάσαμε δυο χρόνια αχώριστοι. Και τον ευχαριστώ πολύ για όλα. Ξέρω ότι κι αυτός νιώθει το ίδιο για μένα. Τώρα που αυτός είναι στην Κύπρο, πηγαίνω στους γονείς του και τρώμε μαζί κάθε φορά που έρχομαι στην Αθήνα.
    Ως Τούρκος δεν μπορείς να επισκεφτείς τον “αδερφό” σου στην Κύπρο. Μια γραμμή διαχωριστική μπαίνει εμπόδιο σε μια τόσο σημαντική φιλία…
    Δεν φταίει η γραμμή, αλλά η νοοτροπία των ανθρώπων. Όταν αλλάξει αυτό, δεν θα έχει κανένα νόημα αυτή η γραμμή. Πιστεύω ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά είναι η πιο συντηρητική και αμετακίνητη. Και είναι άδικο αυτό, διότι οι Έλληνες μπορούν να επισκεφτούν την τουρκική πλευρά ενώ οι Τούρκοι δεν μπορούν να πάνε στην ελληνική. Είναι πραγματικά άδικο να μη μπορώ να επισκεφτώ τον “αδερφό” μου. Αυτοί που ευθύνονται γι αυτό είναι οι πολιτικοί και όχι ο κόσμος, γι αυτό και τους προτρέπω να αλλάξουν νοοτροπία.
    Και η θρησκεία δεν είναι συχνά εμπόδιο; Εσύ, ας πούμε, ανήκεις στους συντηρητικούς, τους φανατικούς μουσουλμάνους;
    Είμαι θρησκευόμενος. Πιστεύω στο Ισλάμ και στον Αλλάχ, αλλά δεν είμαι φανατικός. Μου αρέσει να πηγαίνω στο τζαμί καμιά Παρασκευή, να κάνω τη νηστεία στο Ραμαζάνι, αλλά μέχρι εκεί.
    Το τατουάζ που έχεις στο χέρι και λέει ότι μόνο ο Θεός μπορεί να σε κρίνει, σχετίζεται με κάποιο σημαντικό γεγονός που σημάδεψε τη ζωή σου ή απλά είναι η θεωρία ενός θρησκευόμενου ανθρώπου;
    Το έκανα πριν από δέκα χρόνια. Αντιπροσωπεύει τη θεωρία της ζωής μου. Εγώ μπορώ να κρίνω τον εαυτό μου, αλλά κανένας άλλος δεν μπορεί να κρίνει εμένα εκτός από τον θεό. Κανείς! Όπως δεν κρίνω εγώ ποτέ κανέναν άλλο. Κάποια μέρα θα πεθάνουμε όλοι και τότε θα σταθούμε απέναντι στο θεό και θα κριθούμε.
    Και πού πηγαίνουμε μετά θάνατον, σύμφωνα με ό,τι πιστεύεις;
    Αυτό είναι ένα πολύ βαθύ θέμα και θέλει μεγάλη συζήτηση. Πιστεύω όμως ακράδαντα στη μεταθανάτια ζωή.

    Δώσε μας το δικό σου ορισμό της ελληνοτουρκικής φιλίας.
    Δεν πιστεύω στους ορισμούς, πιστεύω στους ανθρώπους. Ο άνθρωπος είναι η βάση για όλα σε αυτή τη ζωή.
    Το ξέρεις ότι ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής που έχει βγάλει η Τουρκία είναι Ελληνας; Ο Λευτέρης Αντωνιάδης, ο Λεφτέρ όπως τον λένε στην πατρίδα σου. 
    Φυσικά και τον ξέρω τον Λευτέρη. Τον ξέρω μάλιστα και προσωπικά. Είναι πολύ γνωστός και σεβάσμιος άνθρωπος.
    Είναι αρκετή η εμπειρία σου από τη Superleague για μια πρώτη σύγκριση μεταξύ ελληνικού και τουρκικού πρωταθλήματος;
    Η γενική ιδέα είναι η ίδια. Το ποδόσφαιρο είναι το ίδιο δημοφιλές. Υπάρχουν δύο – τρείς ομάδες με πολλά λεφτά και καλά γήπεδα, οι υπόλοιπες είναι σε μέτριο επίπεδο. Μια διαφορά είναι ότι ενώ εδώ στις περισσότερες ομάδες υπάρχει ο πρόεδρος που βάζει χρήματα, στη Φενερμπαχτσέ π.χ. υπάρχει ο πρόεδρος και άλλοι είκοσι ισχυροί και πλούσιοι επιχειρηματίες που βάζουν και εκείνοι χρήματα. Αυτό το μοντέλο υπάρχει σε όλες τις ομάδες και είχε σαν αποτέλεσμα να ρέουν χρήματα που δελεάζουν μεγάλα ονόματα του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου ώστε να μεταγράφονται σε Τουρκικές ομάδες. Οπως ο Ρομπέρτο Κάρλος, ο Ανελκά, ο Χάτζι και πολλοί άλλοι. Υπ’ αυτή την έννοια, το τουρκικό πρωτάθλημα είναι ένα επίπεδο πιο πάνω από το ελληνικό.
    Αντίστοιχος Ελληνας “Μετίν” ή “Κουτλουάι” δεν έχει υπάρξει ακόμη. Γιατί;
    Για τον ίδιο λόγο που όλα τα προηγούμενα χρόνια δεν είχε έρθει κανένας Τούρκος στην Ελλάδα. Τον τελευταίο καιρό, πάντως, υπάρχει έντονο ενδιαφέρον από τους μάνατζερ στην Τουρκία και έχω συμμετάσχει σε πολλές εκπομπές όπου καλούμαι να αναλύσω το ελληνικό ποδόσφαιρο και την κουλτούρα του. 
    Υπάρχουν Έλληνες ποδοσφαιριστές που θα μπορούσαν να κάνουν καριέρα στο τουρκικό πρωτάθλημα;
    Πολλοί Ελληνες θα μπορούσαν άνετα να παίξουν στο τουρκικό πρωτάθλημα, μπορώ να σας πω και ονόματα: Κατσουράνης, Νικοπολίδης, Καραγκούνης, Φωτάκης. Και ο Βενετίδης που παίζει μαζί μου στην ΑΕΛ. Η Ελλάδα έχει αρκετούς ποιοτικούς παίκτες.
    Πάντως, είναι πιο εύκολο για έναν ποιοτικό Ελληνα ποδοσφαιριστή να μεταγραφεί σε ομάδα της Τουρκίας παρά από τον Ολυμπιακό στον Παναθηναϊκό ή από την ΑΕΚ στον Ολυμπιακό. Είναι όπως όταν άφησες εσύ τη Μπεσίκτας για να πας στην Φενερμπαχτσέ…
    Ούτε τη γυναίκα μου δεν ρώτησα γι’ αυτή μου την επιλογή – από την τηλεόραση το έμαθε. Δεν ήταν καθόλου εύκολη απόφαση, μετά από πέντε χρόνια που ήμουν αρχηγός στη Μπεσίκτας. Η κοινωνική μου ζωή επηρεάστηκε πολύ και δεν ήταν λίγες οι στιγμές που θύμωσα, πληγώθηκα και δέχτηκα επιθέσεις τις οποίες προσπάθησα να αγνοήσω για να μη ρίξω λάδι στην φωτιά. Αν το έκανα, θα ήταν σαν να έβαζα μόνος μου το χέρι μου μέσα σε μια φωλιά από σφήκες!
    Τι ήταν αυτό που σε ώθησε σε μια τόσο τολμηρή, όπως την περιγράφεις, απόφαση;
    Τα χρήματα βέβαια…
    Τελικά όλα έχουν την τιμή τους;
    Ναι, έτσι ακριβώς είναι. Μου πρόσφεραν ένα πολύ καλό συμβόλαιο για εκείνη την εποχή, που δεν μπορούσες να το αγνοήσεις, και η αλήθεια είναι ότι χρειαζόμουν και μια αλλαγή μετά από τόσα χρόνια στη Μπεσίκτας. Δεν το μετάνιωσα ποτέ. Η Μπεσίκτας είναι η ομάδα μου από μικρό παιδί και αυτό δεν θα αλλάξει ποτέ. Έχω κερδίσει τίτλους και με τις δύο ομάδες, αλλά είχαν τελείως διαφορετική γεύση.
    Ποιο ήταν το χειρότερο που άκουσες ή σου συνέβη όταν άλλαξες φανέλα;
    Για πολύ καιρό δεν διάβαζα εφημερίδες και απέφευγα να ακούσω οτιδήποτε. Όμως συνεχώς με πλησίαζαν διάφοροι και μου έλεγαν πολλά και άσχημα. Τίποτα από όσα άκουγα δεν με άγγιζε και δεν φοβήθηκα ποτέ ούτε εντός ούτε εκτός γηπέδου. Η χειρότερη στιγμή για μένα ήταν καθαρά προσωπική. Μόνο μία. Όταν μπήκα για πρώτη φορά στο γήπεδο με την φανέλα της Φενερμπαχτσέ. Έτρεμαν τα πόδια μου. Δεν ξέρω πως τελείωσα εκείνο το παιχνίδι. Εκείνη την ημέρα δεν είχαν καμία σημασία τα χρήματα, αλλά η καρδιά.
    Θα μπορούσες τότε, αντί να πας στον μεγάλο αντίπαλο, να πήγαινες σε μια ομάδα στο εξωτερικό. Θα τα είχες αποφύγει όλα αυτά… 
    Είχα μια καλή πρόταση εκείνη την εποχή από τον Αγιαξ, όμως η πρόταση της Φενέρ ήταν πολύ καλύτερη και προτίμησα να μείνω στην Τουρκία – τότε δεν έφευγε κάποιος εύκολα για το εξωτερικό. Πρέπει να σας πω ότι γενικά είμαι άνθρωπος που δεν μετανιώνω. Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως είναι το μόνο πράμα για το οποίο μετάνιωσα στη ζωή μου. Αν μπορούσα να γυρίσω το χρόνο πίσω, θα είχα επιλέξει να συνεχίσω την καριέρα μου στην Ευρώπη, σε μια μεγάλη ομάδα.
    Ενιωσες ποτέ προδότης;
    Ποτέ! Θα σας πω κάτι που δεν το έχω πει ποτέ στην Τουρκία. Όταν έγινε η μεταγραφή μου στην Φενέρ, ήταν σαν να έχει σταματήσει η ζωή μου και μιλούσαν όλοι οι άλλοι για λογαριασμό μου. Αποφάσισα λοιπόν τότε να τα καταγράψω όλα όσα συνέβησαν εκείνη την περίοδο σε ένα βιβλίο που έχω γράψει. Είναι έτοιμο και όταν σταματήσω το ποδόσφαιρο θα το εκδώσω. Είναι η βιογραφία μου.
    Πες μας ένα απόσπασμα της αυτοβιογραφίας σου που αναφέρεται σε εκείνη την ταραχώδη περίοδο της ποδοσφαιρικής σου ζωής.
    Οι συζητήσεις για τη μεταγραφή μου κράτησαν μέχρι τις 5 το πρωί, κατά τις 11 πήγα στα γραφεία να υπογράψω το συμβόλαιό μου. Εκεί υπήρχε η τηλεόραση για να καλύψει το γεγονός. Κοίταξα λοιπόν κάποια στιγμή στο μόνιτορ τον εαυτό μου με την φανέλα της Φενέρ. Σοκαρίστηκα, χλώμιασα και η πρώτη σκέψη που ήρθε στο μυαλό μου ήταν: ποιός είναι αυτός στην τηλεόραση; Εγώ;

    Πώς αλήθεια προέκυψε αυτή η ανάγκη να γράψεις την αυτοβιογραφία σου;
    Πρέπει να σας πω κατ’ αρχήν ότι έχω πάρα πολύ καλή μνήμη. Πριν από τέσσερα χρόνια γνώρισα μια μάνατζερ που εντυπωσιάστηκε από αυτό και με συμβούλεψε να αρχίσω να κρατάω σημειώσεις. Κάποια στιγμή αυτές οι σημειώσεις έγιναν 300 σελίδες και αποφάσισα μετά την παρότρυνση ενός πολύ σημαντικού συγγραφέα στην Τουρκία, του Χασμέτ Μπαμπάογλου, που είναι φίλος μου, να το τολμήσω.
    Από την θητεία σου στην Ελλάδα τι θα συμπεριλάβεις στο βιβλίο σου;
    Υπάρχουν πολλά κομμάτια που αναφέρονται στη Λάρισα και στο στόχο που έχουμε βάλει με τον κύριο Πηλαδάκη να την κάνουμε ξανά μεγάλη και τρανή, όπως τότε που πήρε το πρωτάθλημα. Ακούγεται σαν όνειρο, αλλά μπορεί να μην είναι τόσο δύσκολο να πραγματοποιηθεί τελικά.
    Θυμάσαι να περιγράψεις την πρώτη σου εικόνα από τη Λάρισα; Την πόλη, την ομάδα… 
    Υπέγραψα στην Αθήνα και μια μέρα μετά έφτασα στη Λάρισα. Ό,τι ήξερα γι’ αυτή την πόλη και την ομάδα ήταν από τις σχετικές ιστοσελίδες στο ιντερνέτ. Φύγαμε το πρωί από την Αθήνα, φτάσαμε μεσημέρι, κάναμε ένα μίτιγκ με τους ανθρώπους της ομάδας και μετά πήγαμε στο γήπεδο. Εκεί συνέβη κάτι άσχημο, που ωστόσο μου δίδαξε πολλά. Με περίμεναν κάποιοι φίλαθλοι που είχαν πρόβλημα με την καταγωγή μου. Είχαν γράψει στο δρόμο “πήγαινε σπίτι σου Τούρκε” και κραύγαζαν. Δεν είπα τίποτα, έκανα υπομονή και μετά από δύο εβδομάδες όλα άλλαξαν. Με δέχτηκαν και έγιναν και φίλοι μου!
    Και ορισμένοι έρχονται στο Αλκαζάρ με φανέλες της Φενέρ…
    Καλά, πεθαίνω γι αυτούς! Όταν τους είδα πρώτη φορά στις κερκίδες με την φανέλα της Φενέρ, συγκινήθηκα πραγματικά.
    Θα ακούσεις πολλούς να λένε ότι ο Τουμέρ Μετίν είναι η όλη η ΑΕΛ. Το ασπάζεσαι;
    Περισσότερο με ενοχλεί παρά με κολακεύει. Εγώ δεν είμαι τίποτα στην ουσία. Δεν παίζουμε τένις. Οι συμπαίκτες μου είναι αυτοί που με βοηθούν να παίξω καλά. Αν παίξουν αυτοί καλά, εγώ μπορώ να παίξω ακόμη καλύτερα. Και κάποιες φορές που δεν παίζουν αυτοί, μπορώ να πάρω την ομάδα πάνω μου. Αλλά Μαραντόνα δεν είμαι…
    Ποιες είναι οι σημερινές δυνατότητες της ΑΕΛ;
    Πιστεύω ότι αν δεν είχαμε χάσει τους παίκτες από την προηγούμενη σεζόν και κάναμε κάποιες προσθήκες καλές, φέτος θα μπορούσαμε να φτάσουμε στον υψηλότερο στόχο. Γιατί παίζαμε καιρό μαζί. Αυτή τη στιγμή, επειδή είμαι ρεαλιστής, θα πω την αλήθεια. Είμαστε καινούργια ομάδα και χρειάζεται καιρός να αφομοιωθούν οι νέοι παίκτες. Χάσαμε πολλούς βαθμούς, αλλά πιστεύω ότι μπορούμε να τερματίσουμε στην 6η η 7η θέση.
    Ο προπονητής σας, που έχει αμφισβητηθεί πολύ, τι ρόλο παίζει;
    Δουλεύω δυο χρόνια μαζί του και θέλω πολύ να τον πιστέψω. Όπως όλοι, μπορεί και αυτός να κάνει κάποια λάθη. Το ποδόσφαιρο είναι ένα άθλημα που δεν πρέπει να κάνεις λάθη γιατί θα τα πληρώσεις και αυτό έχει συμβεί στα ματς που χάσαμε. Μιλάμε πολύ με τον προπονητή και χαίρομαι γιατί με ακούει αρκετές φορές. Θέλει το καλό της ομάδας.
    Ενας παλιός γνώριμός σου, ο Ζίκο, περνάει δύσκολες στιγμές τελευταία στον Ολυμπιακό… 
    Μου έχει λείψει πολύ ο Ζίκο. Όταν εiσαι προπονητής σε μια μεγάλη ομάδα και χάνεις, όλοι πέφτουν πάνω σου και σε κατηγορούν. Όμως εγώ, που τον γνωρίζω καλά, ξέρω ότι έχει μεγάλη καρδιά, είναι πάντα δίπλα στους ποδοσφαιριστές, τους υποστηρίζει και πιστεύω ότι θα ξεπεράσει πολύ γρήγορα αυτή την φάση της αμφισβήτησης. Όταν ήμασταν μαζί στην Φενέρ, ήταν και τότε μια δύσκολη περίοδος γι αυτόν, με πολλή πίεση. Επρεπε να βγούμε πρωταθλητές οπωσδήποτε. Και το καταφέραμε, με τη βοήθειά του.

    Είναι δηλαδή καλός προπονητής;
    Δεν είναι εύκολο να τα βρεις όλα σε έναν προπονητή. Αν τα διαθέτει, τότε διευθύνει μεγάλες ομάδες όπως η Ιντερ ή η Μίλαν. Πιστεύω όμως ότι όταν ο παίκτης αγαπά τον προπονητή, θα προσπαθήσει διπλά. Θα παίξει και γι’ αυτόν. Κι αυτό είναι το πιο σημαντικό σε μια ομάδα. Κατά την προσωπική μου άποψη, ο Ζίκο είναι ένας πολύ καλός προπονητής και μην ξεχνάτε ότι τους παίκτες που έχει στη διάθεσή του δεν τους επέλεξε αυτός.
    Το περιστατικό του καυγά σου με τον Σισέ θα το συμπεριλάβεις στην αυτοβιογραφία σου;
    Δεν είναι δα και τόσο σημαντικό περιστατικό, για να το συμπεριλάβω στο βιβλίο μου. Δεν του δίνω και πολύ μεγάλη σημασία. Υπάρχουν πολύ μεγαλύτερα ονόματα από αυτό του Σισέ για να αναφέρω στη βιογραφία μου. Το μόνο που θα κάνω είναι, όταν έρθουν στη Λάρισα να παίξουμε, να τον περιμένω για να το συζητήσουμε. Εξάλλου, σκυλί που γαβγίζει δεν δαγκώνει…
    Ολυμπιακός ή Παναθηναϊκός; Σε τι χρώμα θα βαφτεί ο τίτλος αυτή τη σεζόν;
    Εμένα μου αρέσει το χρώμα του Παναθηναϊκού, το πράσινο, και η ομάδα η ίδια. Δεν μπορώ να καταλάβω, όμως, γιατί κάθε χρόνο το πρωτάθλημα το παίρνει ο Ολυμπιακός…
    Τι ακριβώς δεν μπορείς να καταλάβεις;
    Εντάξει, είναι ένα μεγάλο κλαμπ με πολλούς φιλάθλους, καλό γήπεδο και όλοι, μα όλοι, τον στηρίζουν. Όμως και ο Παναθηναϊκός είναι ένα μεγάλο κλαμπ, με ιστορία. Προσωπικά θα ήθελα να δω και κάτι διαφορετικό. Μια άλλη ομάδα να παίρνει το πρωτάθλημα, ακόμα κι η Λάρισα, η Ξάνθη, κάποια άλλη επαρχιακή. Δεν έχετε βαρεθεί ένα πρωτάθλημα τόσο προβλέψιμο; Ξεκινά το πρωτάθλημα και ξέρουμε ήδη ποιος θα το πάρει. Κάποιος πρέπει να το σταματήσει αυτό. Δυστυχώς δεν θα είμαστε εμείς αυτή τη χρονιά…
    Μιας και μίλησες για το Καραϊσκάκη, έχεις δηλώσει ότι σε φτιάχνει να παίζεις σε αυτό το γήπεδο. Ομως την τελευταία αναμέτρηση με τον Ολυμπιακό την παρακολούθησες από τις κερκίδες…
    Ήθελα πολύ να παίξω σε αυτό το παιχνίδι. Το Καραϊσκάκη έχει πολύ ωραία ατμόσφαιρα και γίνονται ποιοτικά παιχνίδια, που κάθε ποδοσφαιριστής θέλει να παίζει. Αν έπαιζα εγώ και ο Βενετίδης, θα είχαμε κερδίσει. Ο Ολυμπιακός ήταν σε κακή μέρα. Μαζί με τον προπονητή επιλέξαμε αυτό το παιχνίδι για να εκτίσω την τιμωρία μου, διότι τα υπόλοιπα είναι πιο σημαντικά βαθμολογικά για μας.
    Στο παρελθόν σε έχουν χαρακτηρίσει κακομαθημένο και δύστροπο. Υπερβολές;
    Αυτός που βλέπεις μέσα στο γήπεδο είναι ένας τύπος που μπορεί να κάνει τα πάντα για να κερδίσει η ομάδα του. Δεν είναι ο Τουμέρ της καθημερινότητας. Στη ζωή μου είμαι πολύ πιο ήρεμος, δεν μαλώνω εύκολα, προσπαθώ να απολαμβάνω την ουσία της ζωής και να διασκεδάζω. Μου αρέσει η ποιότητα και τα ωραία πράματα στη ζωή μου. Είμαι Zυγός και αν ασχολείστε λίγο με την αστρολογία, θα καταλάβετε τι εννοώ…
    Σου αρέσει ο τρόπος που διασκεδάζουν οι Ελληνες; Τα μπουζούκια, ο τρόπος που χορεύουν οι Ελληνίδες το τσιφτετέλι…
    Έχω δει πολλές κοπέλες να χορεύουν πάνω στα τραπέζια στα μπουζούκια και τα καταφέρνουν μια χαρά. Είναι ωραίο να το βλέπεις αυτό, όπως και τα λουλούδια που πετάνε. Εγώ πάντως προτιμώ τα κλαμπ και την ξένη μουσική.
    Κάποιοι φίλοι σου σε χαρακτηρίζουν έως και… Ελληνάρα! Ηθελα να ‘ξερα τι θα έλεγε γι’ αυτό η γιαγιά σου…
    Αλλάχ, Αλλάχ, ποιός το λέει αυτό; Ελπίζω να μην τους ακούσει η γιαγιάκα μου (γέλια). Μάλλον είναι τα κοινά στοιχεία που λέγαμε στην αρχή, που τους κάνουν να με ταυτίζουν με τους ίδιους.
    Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που θα κάνεις όταν σταματήσεις το ποδόσφαιρο;
    Μόλις σταματήσω, πρέπει να γυρίσω στη χώρα μου και να πάω στο στρατό! Μετά, για ένα χρόνο, θα κάνω διακοπές και ύστερα θα σκεφτώ αν θα γίνω συγγραφέας ή προπονητής. Ποιος ξέρει τι μου επιφυλάσσει το μέλλον; Αυτό είναι και το ωραίο μυστήριο της ζωής...